Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε ως αποτέλεσμα, πλην ασφαλώς των οδυνηρών συνεπειών ενός πολέμου, την τεράστια μείωση εξαγωγών σιτηρών και την αύξηση των τιμών σε βασικά αγαθά. Οι δύο χώρες εξάγουν το 30% των σιτηρών που καταναλώνονται παγκοσμίως. Κάτι που πυροδότησε αυξήσεις έως και 30% σε βασικά τρόφιμα και προκάλεσε σοβαρούς κλυδωνισμούς στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Κάθε κρίση, όμως, γεννά και ευκαιρίες. Μια τέτοια ευκαιρία μπορεί να αποτελέσει η αναβάθμιση και η ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας. Να αυξήσουμε τις επενδύσεις στη γεωργική ικανότητα και την ανθεκτικότητα, ενισχύοντας την εγχώρια παραγωγή τροφίμων.
Σήμερα, ο πρωτογενής τομέας στην Ελλάδα δεν είναι, δυστυχώς, ανταγωνιστικός. Οι σχετικές συγκρίσεις είναι σε βάρος μας.
- Η Ελλάδα, με 37 εκατομμύρια στρέμματα, παράγει περίπου σε αξία 190 ευρώ ανά στρέμμα.
- Η Ολλανδία με 45 εκατ. παράγει σε αξία 1.700 ευρώ ανά στρέμμα.
- Το Ισραήλ με 6 εκατ. 1.290 ανά στρέμμα.
Η Ολλανδία ακολουθεί πολιτική αγοράς και το Ισραήλ πολιτική καινοτομίας. Η χώρα μας πρέπει να αυξήσει και την παραγωγή και την αξία της. Η νέα ΚΑΠ, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία, αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία αναβάθμισης και ανάπτυξης του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας. Και αυτό μπορεί να γίνει μέσα από τα εργαλεία που παρέχει με επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες. Οι παραγωγοί μας μπορούν να πετύχουν αύξηση της παραγωγής τους με μικρότερο κόστος, να εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, να έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν στη γη και στην περιουσία τους. Η γεωργία, ο πρωτογενής τομέας, είναι πάντα στο κέντρο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απορροφά το μεγαλύτερο κομμάτι του συνολικού κοινοτικού προϋπολογισμού, περίπου 30%.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική είναι η παλαιότερη κοινή πολιτική της Ευρώπης. Άρχισε να ισχύει ήδη από το 1962, στο πλαίσιο της τότε Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Ο στόχος της διττός. Σε μία Ευρώπη που βγήκε βαθιά πληγωμένη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο να υπάρχει επάρκεια σε τρόφιμα σε προσιτές τιμές για τους Ευρωπαίους πολίτες. Να προσφέρει δίκαιες αμοιβές στους παραγωγούς, εξασφαλίζοντάς τους ένα λογικό βιοτικό επίπεδο.
Σε όλο το διάστημα της 60χρονης πορείας της, η Κοινή Αγροτική Πολιτική αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς τομείς πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθορίζει το σύνολο των κανόνων και μηχανισμών που ρυθμίζουν την παραγωγή, το εμπόριο και την επεξεργασία των γεωργικών προϊόντων στην Ε.Ε. Στην πορεία των χρόνων υπήρξαν αρκετές μεταρρυθμίσεις, κατά περίπτωση ριζικές, ώστε να ανταποκριθεί θετικότερα στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της ευρωπαϊκής κοινωνίας. Το 1999 η ΚΑΠ διαιρέθηκε σε δύο πυλώνες. Ο πρώτος των άμεσων ενισχύσεων, δηλαδή τις επιδοτήσεις ανά στρέμμα, και ο δεύτερος για την Αγροτική Ανάπτυξη.
Η νέα ΚΑΠ αναμένεται να πάρει συνολικά από τον κοινοτικό προϋπολογισμό το ποσό των 357,5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο Πυλώνας Ι θα λάβει 270,05 δισ. ευρώ και ο Πυλώνας ΙΙ 87,4 δισ. ευρώ. Σε αυτά τα ποσά θα πρέπει να προστεθούν 8,07 δισ. ευρώ που θα δοθούν στον Πυλώνα ΙΙ μέσω του προγράμματος “Next Generation EU” από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, με στόχο την ενίσχυση των αγροτικών περιοχών, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πανδημίας. Η Ελλάδα θα επωφεληθεί συνολικά από τη νέα ΚΑΠ 18,551 δισ. ευρώ: 14,529 δισ. ευρώ για τον Πυλώνα Ι και 4,022 δισ. ευρώ για τον Πυλώνα ΙΙ. Στα ποσά αυτά αναμένεται να προστεθούν πάνω από 500 εκατ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Ενώ και η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, το ευρωπαϊκό “Green Deal”, μέσα από την κινητοποίηση πόρων 1 τρισ. ευρώ μαζί με τη νέα αναπτυξιακή στρατηγική “Farm to Fork” (από τη φάρμα στο πιρούνι) μπορούν και πρέπει να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα.
Η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική προβλέπει αυξημένα κονδύλια για τους νέους αγρότες, για την καινοτομία, την ψηφιακή μετάβαση της γεωργίας, τις συμπράξεις, την εκπαίδευση και τη συμβουλευτική υποστήριξη των παραγωγών. Η απορρόφηση των κονδυλίων για τη βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας, τη μείωση του κόστους και την αύξηση των εισοδημάτων της αγροτικής οικογένειας αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για όλους μας.
Οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι μας αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της οικονομίας του νησιού μας. Χωρίς αυτούς η ύπαιθρος θα μαραζώσει. Και χωρίς την ύπαιθρο η Κρήτη θα χάσει την ταυτότητά της. Οφείλουμε, λοιπόν, να σταθούμε στο πλευρό τους.